- συμβουλευτικῶν
- συμβουλευτικόςoffem gen plσυμβουλευτικόςofmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ANTIPHON — quidam scripsit librum περὶ τῶ εν ἀρετῇ πρωτευσάντων, e quo Laertius Diogenes, l. 8. Pythagorae vitam illustrat. Citat eundem, sed περὶ τȏυ βίου τῶ εν ἀρετῇ πρωτευσάντων, Porphyrius, in Vita Pythagorae, et ex illo Cyrillus, l. 10. contra Iulianum … Hofmann J. Lexicon universale
Βασιλείου, Γιώργος — (Αμμόχωστος 1931 –). Κύπριος οικονομολόγος και πολιτικός, πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας (1988 93). Σπούδασε οικονομικά στα πανεπιστήμια της Γενεύης, της Βιέννης και της Βουδαπέστης. Ειδικεύτηκε σε θέματα εμπορίας και έρευνας της αγοράς στο… … Dictionary of Greek
Έλιον, Τζέρτρουντ Μπελ — (Gertrude Bell Elion, Νέα Υόρκη 1918 – 1999). Αμερικανίδα χημικός. Σπούδασε στη Νέα Υόρκη. Εργάστηκε αρχικά ως καθηγήτρια σχολείου και στη συνέχεια στον τομέα της χημικής ανάλυσης τροφίμων και στην εργαστηριακή έρευνα, στους κλάδους της… … Dictionary of Greek
Σουαζιλάνδη — Κράτος της Νότιας Αφρικής. Συνορεύει στα Β, στα Δ και στα Ν με τη Nοτιοαφρικανική Δημοκρατία, και στα Α με τη Mοζαμβίκη.H Σουαζιλάνδη (Nγκουάνε, μετά την ανεξαρτησία της 6ης Σεπτεμβρίου 1968, ονομασία που δεν χρησιμοποιείται όμως πολύ) είναι ένα… … Dictionary of Greek